Το κάταγμα είναι ο τεχνικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει το σπασμένο οστό. Τα κόκκαλα σπάνε ή παθαίνουν κάταγμα για δύο διαφορετικές αιτίες: όταν τους ασκείται μεγάλη δύναμη ή όταν μικρή ή μέτρια σε ένταση δύναμη εφαρμόζεται επαναλαμβανόμενα πάνω σ’ ένα συγκεκριμένο σημείο του οστού. Στην πρώτη περίπτωση αναφερόμαστε σε τραυματικό κάταγμα, ενώ στη δεύτερη για κάταγμα καταπόνησης. Στα περισσότερα κατάγματα τα οστά σπάνε αλλά δεν αλλάζουν θέση.
Τα κατάγματα από καταπόνηση συμβαίνουν για δύο διαφορετικούς λόγους:
Ο ένας αφορά ανθρώπους με πολύ ασθενή οστά –όπως οι ασθενείς με οστεοπόρωση –που μπορεί να ραγίσουν ή να σπάσουν ένα οστό ακόμη και με την ελάχιστη δυνατή δραστηριότητα και ο δεύτερος, νεαρά άτομα που ασκούνται υπερβολικά και ως αποτέλεσμα παρουσιάζουν ανώμαλη έμμηνο ρήση ή απουσία περιόδου και ως εκ τούτου αδύναμα οστά. Ωστόσο, ακόμη και άνθρωποι με υγιή οστά μπορεί να αναπτύξουν κάταγμα καταπόνησης εάν επαναλαμβάνουν την ίδια δραστηριότητα ξανά και ξανά προκαλώντας σταδιακή φθορά στα οστά. Αυτό συμβαίνει σε αθλητές που συμμετέχουν σε δραστηριότητες υψηλής έντασης, όπως μπάσκετ, ποδόσφαιρο, τένις ή ενόργανη γυμναστική.
Το πόδι και ο αστράγαλος είναι ίσως τα πιο κοινά σημεία του σώματος στα οποία μπορεί να συμβεί κάταγμα καταπόνησης, ακριβώς επειδή τα πόδια μας είναι το στήριγμά μας. Συνήθως αυτού του είδους τα κατάγματα συμβαίνουν σε άτομα που ξεκινάνε μία καινούργια δραστηριότητα υψηλής έντασης, ακόμη και έντονο περπάτημα ή τρέξιμο, ενώ εντοπίζονται και σε ανθρώπους που αυξάνουν αιφνίδια την ένταση και το ποσοστό μίας συγκεκριμένης αθλητικής δραστηριότητας. Για παράδειγμα, εάν ένας άνθρωπος αυξήσει το τρέξιμο από τρεις φορές την εβδομάδα για 20 λεπτά, κάθε ημέρα για 1 ώρα, είναι πολύ πιθανό να υποστεί τη συγκεκριμένη μορφή κατάγματος.
Τα ακατάλληλα παπούτσια –τακούνια με κακή στήριξη –πολύ στενά και ακατάλληλα παπούτσια αλλά και πέλματα με δυσμορφίες, όπως κάλοι, μπορεί να οδηγήσουν σε κατάγματα καταπόνησης.
Τα κατάγματα καταπόνησης προκαλούν πόνο. Εάν το άτομο έχει μεταβάλει την άσκησή του σε ένταση και συχνότητα και πονά συνεχώς σε ένα συγκεκριμένο σημείο του ποδιού ή του αστράγαλου, είναι πιθανό να έχει υποστεί κάταγμα καταπόνησης. Καθώς το ράγισμα χειροτερεύει, ο πόνος είναι έντονος κατά τη διάρκεια της άσκησης και ηρεμεί όταν το σώμα ξεκουράζεται, ενώ εμφανίζεται ολοένα και πιο σύντομα με την έναρξη της άσκησης και επικεντρώνεται σε συγκεκριμένα σημεία ανάλογα με το οστό που έχει υποστεί τραυματισμό.
Το πιο σημαντικό πρώτο βήμα είναι η συνειδητοποίηση της βλάβης και η διακοπή οποιασδήποτε δραστηριότητας ενοχοποιείται για το πρόβλημα. Τα περισσότερα κατάγματα καταπόνησης επουλώνονται μόλις μειωθεί το επίπεδο δραστηριότητας του ατόμου και εφαρμόσει προστατευτικό επίδεσμο για τέσσερις με έξι εβδομάδες. Ωστόσο, ο χρόνος πλήρους ίασης εξαρτάται από το οστό που έχει υποστεί βλάβη. Για παράδειγμα, το σκαφοειδές οστό και το πέμπτο μετατάρσιο θέλουν πάρα πολύ χρόνο για να αποκατασταθούν. Σε αυτές τις περιπτώσεις είναι πιθανό ο ιατρός να συστήσει την εφαρμογή ενός δύσκαμπτου παπουτσιού στη σόλα ή ενός ξύλινου σανδαλιού ή ακόμη κι ενός αφαιρούμενου ειδικού παπουτσιού που αγκαλιάζει το πόδι και δεν το αφήνει να μετακινηθεί. Οι αθλητές θα πρέπει να μετατρέψουν την αθλητική τους δραστηριότητα σε ηπιότερες μορφές άσκησης που δεν καταπονούν το πέλμα ή το πόδι, όπως κολύμβηση ή ποδηλασία, ενώ το τρέξιμο και το περπάτημα σε σκληρό έδαφος θα πρέπει οπωσδήποτε να αποφεύγονται. Μόλις το οστό αποκατασταθεί συστήνεται η διατήρηση ενός ήπιου προγράμματος εκγύμνασης για τουλάχιστον άλλες τέσσερις με έξι εβδομάδες. Σε αυτό το στάδιο, ο πάσχων θα πρέπει να φορά ίσια και μαλακά παπούτσια, άνετα στην αίσθηση και να επιστρέψει στις συνήθεις δραστηριότητές τους συμπεριλαμβανομένου και του τρεξίματος, σταδιακά και ήπια.
Τα περισσότερα κατάγματα καταπόνησης θεραπεύονται με ξεκούραση και με μείωση των δραστηριοτήτων του πάσχοντα. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις ο ορθοπαιδικός χειρουργός προχωρά σε χειρουργική αποκατάσταση, όταν έχει εξαντλήσει όλους τους συντηρητικούς τρόπους και διαπιστώνει αδυναμία αποκατάστασης του οστού.
Οι ακόλουθες αρχές μπορεί να βοηθήσουν στη διατήρηση ενός υγιούς τρόπου ζωής και να βοηθήσουν στην αποφυγή τέτοιους είδους προβλημάτων των οστών.